Στέκομαι στη γωνία, στο φανάρι. Κοιτάζω αδιάφορα μπροστά μου, αδημονώ να ανάψει πράσινο, πάλι άργησα και βιάζομαι. Το βλέμμα μου πέφτει λίγο πιο κάτω, στον κόσμο που περιμένει να διασχίσει από απέναντι. Σε βλέπω ανάμεσά τους. Τρίβω τα μάτια μου. Τι κάνεις εσύ εδώ, αναρωτιέμαι, αφού μένεις μακριά. Για μια στιγμή αμφιταλαντεύομαι, σηκώνω το χέρι να με δεις, κοιτάς ευθεία και είμαι ακριβώς μπροστά σου, δεν μπορεί, θα με αναγνωρίσεις μες στο πλήθος. Καμία αντίδραση. Συνεχίζω να σου γνέφω, συνεχίζεις να με αγνοείς. Έχω ανάμεικτα συναισθήματα, μου αρέσεις και δεν το ξέρεις, δεν είχα το κουράγιο να σου το δείξω μέχρι τώρα. Συνέχεια